Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
δηώος — δηῷος, α, ον (Α) [Δηώ] ο αφιερωμένος στη Δήμητρα … Dictionary of Greek
Δηῴης — Δηῴ̱ης , Δηῷος Demeter fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)